περιπλάνιος

From LSJ
Revision as of 10:18, 4 February 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ά˘" to "ᾰ́")

λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιπλᾰνιος Medium diacritics: περιπλάνιος Low diacritics: περιπλάνιος Capitals: ΠΕΡΙΠΛΑΝΙΟΣ
Transliteration A: periplánios Transliteration B: periplanios Transliteration C: periplanios Beta Code: peripla/nios

English (LSJ)

ον, poet. for A περιπλανής, βίος AP7.736 (Leon.).

German (Pape)

[Seite 587] poet. für περιπλανής, βίος, Leon. Tar. 55 (VII, 736).

Greek (Liddell-Scott)

περιπλάνιος: [ᾰ], -ον, ποιητ. ἀντὶ τοῦ περιπλανής, Ἀνθ. Π. 7. 736.

Greek Monolingual

-ον, Α περιπλανής
(ποιητ. τ.) περιπλανώμενος, περιπλανής.

Greek Monotonic

περιπλάνιος: [ᾰ], -ον, (πλάνη), σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

περιπλάνιος: Anth. = περιπλανής.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιπλάνιος -ον [περιπλανάομαι] zwervend.

Middle Liddell

περι-πλᾰ́νιος, ον, πλάνη, Anth.]