τρίχους

From LSJ
Revision as of 14:50, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")

τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐχους Medium diacritics: τρίχους Low diacritics: τρίχους Capitals: ΤΡΙΧΟΥΣ
Transliteration A: tríchous Transliteration B: trichous Transliteration C: trichous Beta Code: tri/xous

English (LSJ)

ουν, A holding three χόες, Nicostr.Com.11. II Subst. -χοον, τό, measure of three χόες, in plural -χοα, SIG945.5 (Assus, iv B. C.).

German (Pape)

[Seite 1150] ουν, drei χοῦς fassend, enthaltend, Nicostrat. bei Ath. XI, 499 c.

Greek (Liddell-Scott)

τρίχους: ουν, ὁ χωρῶν τρεῖς χόας ἢ χοῦς, Νικόστρ. ἐν «Ἑκάτῃ» 1.

Greek Monolingual

-ουν, και -οος, -οον, Α
1. αυτός που περιλαμβάνει τρεις χόες
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ τρίχοον
μέτρο το οποίο περιλαμβάνει τρεις χόες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -χοος / -χους (< χόος / χοῦς «μέτρο υγρών»), πρβλ. τετράχους].