ἀντιδεξιόομαι
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
English (LSJ)
give the right hand in turn, return one's salute, τινά X.Cyr.4.2.19, D.Chr.38.47, Luc.Laps.13.
Spanish (DGE)
devolver el saludo οἱ δὲ Μῆδοι καὶ Πέρσαι ἀντεδεξιοῦντό τε αὐτοὺς καὶ ἐθάρρυνον X.Cyr.4.2.19, cf. Sch.A.Pr.223, D.Chr.38.47, Luc.Laps.13.
German (Pape)
[Seite 251] med., sich gegenseitig die Rechte geben, bewillkommnen, Xen. Cyr. 4, 2, 19.
French (Bailly abrégé)
-οῦμαι;
saluer (litt. tendre la main droite) à son tour, acc..
Étymologie: ἀντί, δεξιόομαι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιδεξιόομαι: ἀποθ., δεξιοῦμαι τὸν δεξιούμενόν με, ἀνταποδίδω δεξίωσιν, ἀντιχαιρετίζω τινὰ Ξεν. Κύρ. 4. 2, 19, Λουκ. ὑπὲρ τοῦ ἐν Προσαγ. Πταίσμ. 13.
Greek Monotonic
ἀντιδεξιόομαι: αποθ., χαιρετώ ως ανταπόδοση, τινα, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
ἀντιδεξιόομαι: подавать со своей стороны правую руку, т. е. обмениваться рукопожатием, приветствовать (τινα Xen., Luc.).