χήνεος
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
English (LSJ)
Ionic for χήνειος.
German (Pape)
[Seite 1353] ion. statt χήνειος, κρεῶν βοέων καὶ χηνέων πλῆθος Her. 2, 37, wo es Andere für den gen. plur. von χήν erklären.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
ion.
d'oie.
Étymologie: χήν.
Greek (Liddell-Scott)
χήνεος: -α, -ον, Ἰων. ἀντὶ χήνειος.
Greek Monolingual
-έα, -ον, Α
ιων. τ. βλ. χήνειος.