κυνόσουρα

From LSJ
Revision as of 16:52, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Μὴ σπεῦδ', ἃ μὴ δεῖ, μηδ', ἃ δεῖ, σπεύδειν μένε → Ne agas celeria tarde, aut tarda celeriter → Unnötiges tu nicht, was nötig ist, tu gleich

Menander, Monostichoi, 344
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠνόσουρα Medium diacritics: κυνόσουρα Low diacritics: κυνόσουρα Capitals: ΚΥΝΟΣΟΥΡΑ
Transliteration A: kynósoura Transliteration B: kynosoura Transliteration C: kynosoura Beta Code: kuno/soura

English (LSJ)

ἡ, dog's-tail, a name for the constellation Ursa Minor, Arat.36, Aglaosth. ap. Eratosth.Cat.2.

Russian (Dvoretsky)

κῠνόσουρα: ᾠά τά неплодные яйца, болтуны Arst.

Greek (Liddell-Scott)

κῠνόσουρα: ἡ, ἡ οὐρὰ τοῦ κυνός, ὄνομα τοῦ ἀστερισμοῦ τῆς μικρᾶς ἄρκτου, Ἄρατ. 36, Ἐρατοσθ. Καταστ. 2. 2) «φυλὴ Λακωνικὴ» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κυνόσουρα, ἡ (Α)
ονομασία του αστερισμού της Μικρής Άρκτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυνός (γεν. εν. του κύων) + οὐρά].

Greek Monotonic

κῠνόσουρα: ἡ, ουρά σκύλου, όνομα του αστερισμού της μικρής Άρκτου, σε Άρατ.

Middle Liddell

κῠνόσ-ουρα, ἡ,
dog's-tail, the Cynosure, a name for the constellation Ursa Minor, Arat.

German (Pape)

ᾠά, τά, Windeier, Arist. H.A. 6.2. Vgl. οὔρινος.