madness
From LSJ
P. and V. μανία, ἡ, τὸ μανιῶδες, Ar. and P. παράνοια, ἡ; see also folly.
frenzy: P. and V. λύσσα, ἡ (Plato but rare P.), οἶστρος, ὁ (Plato but rare P.), βακχεία, ἡ (Plato but rare P.), V. λυσσήματα, τά, μαργότης, ἡ, βακχεύματα, τά, τὸ βακχεύσιμον.