persistencia
From LSJ
Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
Spanish > Greek
δυσαπαλλακτία, ἐμμονή, ἐνδελέχεια, ἐνδελεχισμός, ἐπιμονή, λιπαρία, λιπαρίη, μονή, παρεδρία, προσκαρτέρησις, προσλιπάρησις, τὸ ἔμμονον