ποντίων τε κυμάτων άνήριθμον γέλασμα, παμμῆτόρ τε γῆ (Aeschylus' Prometheus Bound l. 90) → O infinite laughter of the waves of ocean, O universal mother Earth
Full diacritics: ἀρχαιοειδής | Medium diacritics: ἀρχαιοειδής | Low diacritics: αρχαιοειδής | Capitals: ΑΡΧΑΙΟΕΙΔΗΣ |
Transliteration A: archaioeidḗs | Transliteration B: archaioeidēs | Transliteration C: archaioeidis | Beta Code: a)rxaioeidh/s |
ές,
A old-fashioned, archaic, Demetr.Eloc.245.
[Seite 364] ές, alterthümlich aussehend, Demetr. Phal.
ἀρχαιοειδής: -ές, ὁ τὸ εἶδος ἀρχαῖος, ἀρχαϊκός, φεύγειν δεῖ τὸ ἀρχαιοειδὲς καὶ τοῦ ἤθους καὶ τοῦ ῥυθμοῦ Δημ. Φαλ. 245.