προσεγγίζω
From LSJ
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
English (LSJ)
A bring near, Luc.Am.53. II intr., approach, AP 7.422 (Leon.), Philum.Ven.12.1; τοῖς τόποις D.S.3.16; τοῖς τῆς ἀκμῆς ἰδιώμασι Herod.Med. ap. Orib.5.30.9; τινος Sch.E.Hec.585: abs., Plb.38.7.4, Ezek.Exag.96:—Med., Sch.E.Hec.439; πρός c.acc., Cat.Cod.Astr.1.157.
German (Pape)
[Seite 756] annähern, χείλη χείλεσι, Luc. amor. 53; intrans., sich nähern, τινί, Pol. 39, 1, 4.
Greek (Liddell-Scott)
προσεγγίζω: φέρω πλησίον, Λουκ. Ἔρωτες 53. ΙΙ. ἀμεταβ., πλησιάζω, τινὶ Ἀνθ. Π. 7. 422, Διόδ. 3. 16· τινὸς Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ἑκ. 588· ἀπολ., Πολύβ. 39. 1, 4.