Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld
[Seite 948] ἡ, v. l. von στομακάκη.
στομοκάκη: ἡ, ἴδε στομακάκη.
ἡ, Αβλ. στομακάκη.