σκορπιοκτόνον

From LSJ
Revision as of 12:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (37)

Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκορπιοκτόνον Medium diacritics: σκορπιοκτόνον Low diacritics: σκορπιοκτόνον Capitals: ΣΚΟΡΠΙΟΚΤΟΝΟΝ
Transliteration A: skorpioktónon Transliteration B: skorpioktonon Transliteration C: skorpioktonon Beta Code: skorpiokto/non

English (LSJ)

τό,= ἡλιοτρόπιον τὸ μέγα, Ps.-Dsc.4.190 p.338 Wellm.

Greek (Liddell-Scott)

σκορπιοκτόνον: τό, συνώνυμον τῷ ἡλιοτρόπιον, παρὰ Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ.) 4. 193.

Greek Monolingual

τὸ, Α
το γνωστό με τη λόγια ονομασία φυτό ηλιοτρόπιον το μέγα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκορπιός «ακανθώδες φυτό» + -κτόνον (< κτείνω)].