ἔντευξις
ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.
English (LSJ)
εως, ἡ, (ἐντυγχάνω)
A lighting upon, meeting with, c. dat., αἱ τοῖς λῃσταῖς ἐντεύξεις Pl.Plt.298d. 2 converse, intercourse, πρὸς τοὺς πολλούς Arist.Rh.1355a29: c. gen., Vit.Philonid.p.7C.; ἐντεύξεις ποιεῖσθαί τισι hold converse with... Isoc.1.20; [ἡ πραγματεία] χρήσιμος πρὸς τὰς ἐ. Arist.Top. 101a27, cf. Metaph.1009a17, etc.; τὴν ἡλικίαν τῇ ἐντεύξει γνωρίζομεν Sor.2.8. b manners, behaviour, Aeschin.2.47, Thphr.Char.5.1, 20.1. c esp. sexual intercourse, Epicur.Sent.Vat.51, Fr.61. 3 ἐντεύξεις ὀχλικαί speeches to the mob, D.H.Th.50. 4 petition, PSI 4.383.6 (iii B. C.), PFlor.55.18 (i A. D.), Plu.TG11, etc.; intercession for a person, D.S.16.55, Nic. Dam.Fr.130.7 J., 1 Ep.Ti.2.1(pl.). 5 reading, study, ἡ ἔ. τῆς πραγματείας Plb.1.1.4, etc.
German (Pape)
[Seite 855] ἡ (ἐντυγχάνω), das Zusammentreffen, Vegegnen; αἱ τοῖς λῃσταῖς ἐντεύξεις Plat. Polit. 298 d; ἡ πρὸς τοὺς πολλοὺς ἔντευξις, der Verkehr mit dem großen Haufen, Arist. rhet. 1, 1; ἐντεύξεις ὀχλικαί, Volksreden, D. Hal. iud. Thuc. 50; Zusammenkunft u. bes. Unterredung, Φιλίππου, mit Ph., Aesch. 2, 47; ἐντεύξεις ποιεῖσθαί τινι, sich mit Einem unterhalten, Isocr. 1, 20; Pol. 5, 35, 4; ἡ πρὸς Κροῖσον ἔντευξις Plut. Sol. 27; a. Sp.; das Anreden, bes. Bitte, Fürbitte, D. Sic. 16, 55; Plut. Tib. Graech. 11; Luc. Scyth. 6 u. a. Sp.; – τῆς πραγματείας, das Lesen, Pol. 1, 1, 4. 9, 1, 3.
Greek (Liddell-Scott)
ἔντευξις: -εως, ἡ, τὸ ἐντυγχάνειν, ἡ συντυχία, συνάντησις, μετὰ δοτ., καὶ πρὸς τὰς τοῖς λῃσταῖς ἐντεύξεις Πλάτ. Πολιτικ. 298C. 2) συνέντευξις μετά τινος, περὶ τῆς ἐντεύξεως τῆς Φιλίππου Αἰσχίν. 34. 19, Ἀριστ. Τοπ. 1. 2, 1· πρβλ. Μετὰ τὰ Φυσ. 3. 5, 3· πρός τινα ὁ αὐτ. Ρητ. 1. 1, 12· ἔντευξιν ποιεῖσθαί τινι, ἐντυγχάνειν αὐτῷ, λαμβάνειν μετ’ αὐτοῦ συνέντευξιν, τὰς ἐντεύξεις μὴ πυκνὰς ποιοῦ, μηδὲ μακρὰς περὶ τῶν αὐτῶν Ἰσοκρ. 6Β· ὡσαύτως ἐπὶ σαρκικῆς μίξεως, συνουσία, ἂν... διὰ χρόνου ποιῆται τὴν ἔντευξιν Πλούτ. 2. 655Β, κτλ. 3) ἐντεύξεις ὀχλικαί, ὁμιλίαι πρὸς τὸν ὄχλον, Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 50. 4) αἴτησις, Συλλ. Ἐπιγρ. 2829. 11, Πλουτ. Τιβ. Γράκχ. 11: τὸ μεσιτεύειν ὑπέρ τινος, Διόδ. 16, 55, Καιν. Διαθ. 5) ἀνάγνωσις, μελέτη, Πολύβ. 1. 1, 4., 9. 1, 13, Κλήμ Ἀλ. Π. 469Β, κλ. 6) μορφή, ἐξωτερικὴ ὄψις, ποίας ἐντεύξεώς ἐστιν; τί μορφὴν ἔχει; τί λογῆς ἄνθρωπος εἶναι; Θεοφάν. 441. 13.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
action de rencontrer ; p. suite
1 entrevue, entretien, conférence : τινος, πρός τινα avec qqn ; ἐντεύξεις ποιεῖσθαί τινι ISOCR s’aboucher avec qqn, avoir des entrevues, une entrevue avec lui ; particul. relations intimes;
2 p. ext. requête, demande.
Étymologie: ἐντυγχάνω.