κατεπλάγην
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
French (Bailly abrégé)
ao.2 Pass. de καταπλήσσω.
Greek Monotonic
κατεπλάγην: [ᾰ], Επικ. -επλήγην, Παθ. αορ. βʹ του καταπλήσσω.