ἁλοσύδνη

From LSJ
Revision as of 12:11, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_3)

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source

German (Pape)

[Seite 109] ἡ, Meergöttin, vielleicht eigentl. = aus dem Meere entsprossen, verw. ὕδνης, vgl. ὑδατοσύδνη; Hom. zweimal, Iliad. 20, 207 Θέτιδος καλλιπλοκάμου ἁλοσύδνης, Od. 4, 404 φῶκαι νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης, wohl der Amphitrite; – Ap. Rh. 4, 1599 nennt die Nereiden θύγατρες ἁλοσύδναι, wo der Schol. erkl. θαλάσσιαι, ἀπὸ τοῦ ἐν ἁλὶ δύνειν.

Greek (Liddell-Scott)

ἁλοσύδνη: ἡ, = ἡ ἐκ τῆς θαλάσσης γεννηθεῖσα, ἐπίθ. τῆς Ἀφροδίτης, Ὀδ. Δ. 404, ἔνθα αἱ φῶκαι καλοῦνται τέκνα τῆς Ἁλοσύδνης· ὡς προσηγορ. ἐν Ἰλ. Υ. 207, ἔνθαΘέτις ἀποκαλεῖται καλλιπλόκαμος ἁλ., καλλίκομον τέκνον τῆς θαλάσσης: οὕτως αἱ Νηρηίδες ὀνομάζονται ἁλοσύδναι ὑπὸ Ἀπολλ. Ροδ. Δ.1599· καὶ Νηρηίς τις Ὑδατοσύδνη ὑπὸ Καλλ. Ἀποσπ. 347. (Ἡ συλλαβὴ συ- παράγεται πιθανῶς ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς καὶ τὸ υἱός, πρβλ. Σανσκρ. su, sû, (generare): ἡ κατάληξις -δνη παραβάλλεται πρὸς τὰς λέξεις ἔχιδνα, βασίλιννα, Δίκτυννα, κτλ.)

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
fille de la mer.
Étymologie: ἅλς¹, et ὕδνη pour *σύδνη apparenté au grec υἱός.

English (Autenrieth)

child of the sea; Thetis, Il. 20.207; Amphitrīte, Od. 4.404.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ

• Prosodia: [ᾰ-]
epít. de diosas marinas, quizá hija del mar, marina de Tetis Il.20.207, de las Nereidas, A.R.4.1599
tal vez Anfitrita (o el mar) ἀμφὶ δέ μιν φῶκαι νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης ἁθρόαι εὕδουσιν Od.4.404, γλίσχρ' ἁλοσύδνης τέκνα de diferentes conchas marinas, Nic.Fr.83, cf. Hsch.

• Etimología: De ἁλοσ- (cf. ἅλς) y -υδνη, deriv. c. nasal de ὕδωρ.