Καλλικολώνη

Revision as of 22:24, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2b)

Greek (Liddell-Scott)

Καλλικολώνη: ἡ, (ὡραῖος λόφος), τόπος πλησίον τῆς Τροίας ἐπὶ τοῦ Σιμόεντος, Ἰλ. Υ. 53, 151· - ὡς ἐπίθ., καλλικόλωνος λόφος Δημήτρ. Σκήψιος παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Υ. 53.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Kallikolônè « la belle colline », près de Troie.
Étymologie: καλός, κολώνη.

English (Autenrieth)

Fair-mount, near Ilium, Il. 20.53, 151.

Russian (Dvoretsky)

Καλλικολώνη: ἡ Калликолона, «Красивый холм» (возвышенность близ Трои) Hom.