ἀναγινώσκω
From LSJ
Χρυσὸς δ' ἀνοίγει πάντα κἂν ᾍδου (κἀίδου) (καὶ χαλκᾶς) πύλας → Aurum omnia aperit, inferûm portas quoque → Gold öffnet jedes Tor sogar der Unterwelt | Gold öffnet alles, jedes Tor sogar aus Erz
French (Bailly abrégé)
ion. p. ἀναγιγνώσκω.
English (Slater)
ἀναγῑνώσκω
a read out τὸν Ὀλυμπιονίκαν ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα, πόθι φρενὸς ἐμᾶς γέγραπται (O. 10.1)
b acknowledge (Νικόμαχος) ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον, σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι (Ahrens: ἀνέγνων codd.) (I. 2.23)
English (Strong)
from ἀνά and γινώσκω; to know again, i.e. (by extension) to read: read.