γογγυλίδιον
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
English (LSJ)
τό,
A = καταπότιον, Hp. ap. Erot. (γογγυλίδα codd.), Gal.19.91.
German (Pape)
[Seite 500] τό, Pille, Medic., dim. zu γογγυλίς.
Spanish (DGE)
-ου, τό píldora pequeña Hp. en Erot.31.1, Gal.19.91.
Greek Monolingual
γογγυλίδιον, το (Α) γογγύλος
χάπι.