εως, ἡ,
A praise, E.Tr.418 (pl.).
[Seite 895] ἡ, das Loben, plur., Eur. Tr. 418, im Ggstz von ὄνειδος.
ἐπαίνεσις: -εως, ἡ, ἔπαινος, Εὐρ. Τρῳ. 418, ἐν τῷ πληθ.
εως (ἡ) :action de louer, louange.Étymologie: ἐπαινέω.