παραπλευρίδια
From LSJ
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
English (LSJ)
τά,
A covers for the sides of war-horses, X.Cyr.6.4.1, Arr.Tact.4.1.
German (Pape)
[Seite 494] τά, die Bedeckung der Seiten an den Streitrossen, Xen. Cyr. 6, 4, 1; vgl. Poll. 2, 167.
Greek (Liddell-Scott)
παραπλευρίδια: τά, καλύμματα χαλκᾶ τῶν πλευρῶν τῶν πολεμικῶν ἵππων, «ὥπλιζον δὲ καὶ ἵππους.. τοὺς μὲν μονίππους παραμηριδίοις, τοὺς δ’ ἐπὶ τοῖς ἅρμασι παραπλευριδίοις» Ξεν. Κύρ. 6. 4, 1.
French (Bailly abrégé)
ων (τά) :
armure qui protégeait le flanc des chevaux.
Étymologie: παρά, πλευρά.
Greek Monotonic
παραπλευρίδια: τά (πλευρά), καλύμματα για τα πλευρά των αλόγων, σε Ξεν.