Τύριος

From LSJ
Revision as of 10:08, 13 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "*" to "*")

τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Τύριος Medium diacritics: Τύριος Low diacritics: Τύριος Capitals: ΤΥΡΙΟΣ
Transliteration A: Týrios Transliteration B: Tyrios Transliteration C: Tyrios Beta Code: *tu/rios

English (LSJ)

[ῠ], α, ον,

   A Tyrian, Hdt.2.112, etc.; πορφύρα PHolm.26.8,23.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Tyr, tyrien.
Étymologie: Τύρος.

English (Strong)

from Τύρος; a Tyrian, i.e. inhabitant of Tyrus: of Tyre.

English (Thayer)

Τύριου, ὁ, ἡ, a Tyrian, inhabitant of Tyre: Herodotus, others.))

Greek Monolingual

-ία, -ον, Α Τύρος
1. κάτοικος της πόλης Τύρου
2. αυτός που κατάγεται από την Τύρο
3. ως προσηγ. αυτός που προέρχεται από την Τύρο.

Greek Monotonic

Τύριος: -α, -ον (Τύρος), αυτός που προέρχεται από την Τύρο, σε Ηρόδ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

Τύριος: (ῠ) тирский Her., Trag.
II ὁ тириец Her., Arst.

Middle Liddell

Τύριος, η, ον Τύρος
of Tyre, Tyrian, Hdt., etc.