παράστραβος

From LSJ
Revision as of 12:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit

Menander, Monostichoi, 219
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παράστρᾰβος Medium diacritics: παράστραβος Low diacritics: παράστραβος Capitals: ΠΑΡΑΣΤΡΑΒΟΣ
Transliteration A: parástrabos Transliteration B: parastrabos Transliteration C: parastravos Beta Code: para/strabos

English (LSJ)

ον,

   A with a slight squint, PSI9.1028.8 (i A. D.), Eust. 206.29.

German (Pape)

[Seite 500] seitwärts schielend, bei Eust. 206, 29 Erkl. von ἔπιλλος.

Greek (Liddell-Scott)

παράστρᾰβος: -ον, ἀλλοίθωρος, πλαγίως βλέπων, «τινὲς δὲ ὅτι ἔπιλλοςπαράστραβος» Εὐστ. 206. 29., ἴδε ἔπιλλος.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αλλήθωρος, με ελαφρό αλληθωρισμό, με μικρό στραβισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + στραβός.