[ῠ], ᾰκος, ὁ,
A guardian of boys, a public officer, CIG2715.8 (Stratonicea).
[Seite 442] ακος, ὁ, Knabenwächter, Inscr. 2715.
παιδοφύλαξ: ὁ, φύλαξ παίδων, δημόσιός τις ὑπάλληλος, Συλλ. Ἐπιγρ. 2715. 12.