χαμαικυπάρισσος

From LSJ
Revision as of 16:40, 5 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "de herb." to "de herb.")

αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χᾰμαικῠπάρισσος Medium diacritics: χαμαικυπάρισσος Low diacritics: χαμαικυπάρισσος Capitals: ΧΑΜΑΙΚΥΠΑΡΙΣΣΟΣ
Transliteration A: chamaikypárissos Transliteration B: chamaikyparissos Transliteration C: chamaikyparissos Beta Code: xamaikupa/rissos

English (LSJ)

[πᾰ], ἡ,

   A lavender cotton, Santolina Chamaecyparissus, Poet. de herb.106, Plin.HN24.136.

Greek (Liddell-Scott)

χᾰμαικῠπάρισσος: ἡ, ἡ χαμηλὴ κυπάρισσος, Ποιητὴς περὶ τῆς τῶν Βοταν. Δυνάμ. 106, πρβλ. Νικ. Θηρ. 910. Plin. N. H. 24. 15.

Greek Monolingual

η, ΝΑ
βοτ. γένος, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, γυμνόσπερμων κωνοφόρων φυτών που ανήκει στην οικογένεια κυπαρισσίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαμ(αι)- + κυπάρισσος. Ως όρος της νεοελλ. η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. νεολατ. chamaecyparis].