σταφυλίτης

From LSJ
Revision as of 16:50, 30 November 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b3">ῑ], ου, ὁ</b>" to "ῑ], ου, ὁ")

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰφυλίτης Medium diacritics: σταφυλίτης Low diacritics: σταφυλίτης Capitals: ΣΤΑΦΥΛΙΤΗΣ
Transliteration A: staphylítēs Transliteration B: staphylitēs Transliteration C: stafylitis Beta Code: stafuli/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,

   A guardian of grapes, epith. of Dionysus, Ael.VH3.41.

German (Pape)

[Seite 931] ὁ, der Traubige, heißt Dionysos, Ael. H. A. 3, 41.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰφῠλίτης: ὁ, ὁ τὰς σταφυλὰς φυλάττων, ἐπίθ. τοῦ Βάκχου, Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 3. 41.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
le dieu du raisin (Dionysos).
Étymologie: σταφυλή.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
1. η σταφυλή της υπερώας
2. φρ. «σταφυλίτης μυς» — μικρός μυς της οπίσθιας επιφάνειας της σταφυλής
αρχ.
(ως προσωνυμία του Διονύσου) αυτός που προστατεύει τα σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφυλή + επίθημα -ίτης (πρβλ. σταφιδ-ίτης)].