ἱμαντελιγμός

From LSJ
Revision as of 23:40, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμαντελιγμός Medium diacritics: ἱμαντελιγμός Low diacritics: ιμαντελιγμός Capitals: ΙΜΑΝΤΕΛΙΓΜΟΣ
Transliteration A: himanteligmós Transliteration B: himanteligmos Transliteration C: imanteligmos Beta Code: i(manteligmo/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,    A pricking the tape, 'fast and loose', a trick practised at fairs, etc., Poll.9.118, Eust.979.28.

German (Pape)

[Seite 1252] ὁ, das Riemendrehen, ein Spiel, Poll. 9, 118; Eust. 979, 28.

Greek (Liddell-Scott)

ἱμαντελιγμός: -οῦ, ὁ, συστροφὴ σχοινίου, παιδιά τις, Πολυδ. Θ΄ 118, Εὐστ. 979. 28.

Greek Monolingual

ἱμαντελιγμός, ὁ (ΑΜ)
είδος παιδικού παιχνιδιού, σχοινάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάς, -άντος + ἑλιγμός
αξίζει να σημειωθεί η απουσία της δασύτητας του ἑλιγμός στο σύνθ.].