ἐπιδιανέμω
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
English (LSJ)
A distribute, ἄρτους ἱερεῦσι Ph.2.240; τινί τι J.BJ2.6.3:—Pass., αἱ τρεῖς μναῖ ἐ. τῷ στατῆρι Arist.Ath.10.2.
German (Pape)
[Seite 937] (s. νέμω), noch dazu vertheilen, Philo.
Greek Monolingual
ἐπιδιανέμω (Α)
διανέμω επί πλέον.