δελτωτός

From LSJ
Revision as of 07:55, 26 August 2022 by Spiros (talk | contribs)

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δελτωτός Medium diacritics: δελτωτός Low diacritics: δελτωτός Capitals: ΔΕΛΤΩΤΟΣ
Transliteration A: deltōtós Transliteration B: deltōtos Transliteration C: deltotos Beta Code: deltwto/s

English (LSJ)

ή, όν, in the shape of the letter delta: τὸ δελτωτόν = the constellation Triangle, Arat.235, Eratosth.Cat.20 tit.

German (Pape)

[Seite 544] dreieckig; τὸ δελτωτόν, das Dreieck, Arcad. 123, 26; Arat. phaen. 234.

Greek (Liddell-Scott)

δελτωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων τὸ σχῆμα τοῦ γράμματος Δ· τὸ δελτωτόν, ἀστερισμός τις τριγωνικὸν σχῆμα ἔχων, Ἄρατ. 235.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 en forma de delta de los dípticos que se abren en forma de delta como etim. de δέλτος Eust.421.32, 633.15.
2 subst. τὸ Δ. astr. el Triángulo constelación del hemisferio boreal cercana al Trópico de Cáncer, Eratosth.Cat.20, Arat.235, Manil.1.353, 5.714, Tat.Orat.9, Simp.in Cael.436.24, Cat.Cod.Astr.9(1).185.18, 186.17.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM δελτωτός, -ή, -όν) δέλτα
1. αυτός που έχει το σχήμα του γράμματος Δ («ἡ δὲ 'Ρόδοςνῆσος... δελτωτὴ τὸ σχῆμα»)
2. ο αστερισμός του τριγώνου
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το δελτωτό (ν)
ο πλωτήρας του δρομόμετρου με το οποίο μετριέται η ταχύτητα του πλοίου
μσν.
το ισοσκελές τρίγωνο.