Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
Full diacritics: μέτερρος | Medium diacritics: μέτερρος | Low diacritics: μέτερρος | Capitals: ΜΕΤΕΡΡΟΣ |
Transliteration A: méterros | Transliteration B: meterros | Transliteration C: meterros | Beta Code: me/terros |
Aeol. for μέτριος, Lyr.Adesp.66, cf. EM587.12.
μέτερρος: Αἰολ. ἀντὶ τοῦ μέτριος, Ἐτυμ. Μέγ. 587. 12.
μέτερρος, -ον (Α)
(αιολ. τ.) βλ. μέτριος.