τηρητέον

Revision as of 10:42, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

one must watch, τ. τινὰς εἰ . . Pl.R.412e, cf. 413c, D.H.Rh.10.19; τ. ὅτι Ach.Tat.Intr.Arat.28; one must preserve, retain, τὸ φάντασμα ἑκάστου Epicur.Ep.2p.37U.

Greek (Liddell-Scott)

τηρητέον: ῥηματ. ἐπίθ., δεῖ τηρεῖν, τηρητέον αὐτοὺς εἶναι ἐν ἁπάσαις ταῖς ἡλικίαις, εἰ φυλακικοί εἰσιν Πλάτ. Πολ. 412Ε, πρβλ. 413C, Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητ. 10, 19.

Greek Monotonic

τηρητέον: ρημ. επίθ. του τηρέω, αυτό που κάποιος πρέπει να παρατηρήσει, σε Πλάτ.