δυσαριστοτόκεια
English (LSJ)
ἡ,
A unhappy mother of the noblest son, as Thetis calls herself, Il.18.54.
German (Pape)
[Seite 676] ἡ, die unglückliche Mutter des besten Sohnes, Thetis, Il. 18, 54, ἅπαξ εἰρημέν. Vgl. Apoll. Lex. Hom. p. 60, 27.
Greek (Liddell-Scott)
δυσᾰριστοτόκεια: ἡ, δυστυχὴς μήτηρ ἀρίστου υἱοῦ, ὡς ἀποκαλεῖ ἡ Θέτις ἑαυτήν, Ἰλ. Σ. 54.