εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)
Φθῖος: -α, -ον, ἴδε ἐν λέξ. Φθία.
ου;adj. m.de Phthie ; οἱ Φθῖοι IL les habitants de Phthie.Étymologie: Φθία.