τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas
[Seite 550] ὁ, Bandenlöser, Sp.
δεσμολύτης: -ου, ὁ, λύων τὰ δεσμά, Χριστ. Πασχ. 2530· δεσμολύτις χάρις αὐτόθι Ϛ. 2568.