διαγραμμισμός
From LSJ
English (LSJ)
ὁ,
A game of chequers, Poll.9.99, Eust.633.65.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
juego semejante al de las damas Suet.Lud.1.17, Poll.9.99, Hsch., Eust.633.65.
Greek Monolingual
ο (AM διαγραμμισμός) ή διαγράμμιση
1. παιχνίδι το οποίο παίζεται με πεσσούς που κινούνται πάνω σε διαγραμμισμένο άβακα, παρόμοιο με τη σημερινή ντάμα.