κατωκλινώς
From LSJ
Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
κατωκλινῶς (Μ)
επίρρ. με κλίση προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + -κλινῶς (< -κλινής < κλίνω), πρβλ. επι-κλινώς, ισο-κλινώς].