αλλαντικά
From LSJ
ἐν μὲν γὰρ ταῖς ἐπιστολαῖς αὐτοῦ οὐδὲ μνήμην τῆς οἰκείας προσηγορίας ποιεῖται, ἢ πρεσβύτερον ἑαυτὸν ὀνομάζει, οὐδαμοῦ δὲ ἀπόστολον οὐδ' εὐαγγελιστήν (Eusebius, Demonstratio evangelica 3.5.88) → For in his epistles he doesn't even make mention of his own name — or simply calls himself the elder, but nowhere apostle or evangelist.
Greek Monolingual
τα (Τροφ. Τεχνολ.)
προϊόντα κρέατος που παρασκευάζονται με ειδική κατά περίπτωση επεξεργασία από ψιλοκομμένο κρέας ή από βρώσιμα παραπροϊόντα του ή και από τα δύο με προσθήκη και ξένων ουσιών.