Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
(Α ἐξαπίνης και δωρ. και αιολ. τ. ἐξαπίνας)
ξαφνικά, αιφνίδια, απροσδόκητα, απρόβλεπτα («θῆρε δύω... ἐλθόντ' ἐξαπίνης», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη άγνωστης ετυμολ. Εμφανίζει όμοιο σχηματισμό με το επίρρημα εξαίφνης, ενώ η ετυμολογική σύνδεσή του με τα άφαρ, άφνω δεν έχει ισχυρή βάση].