ημερόχειρος
From LSJ
Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn
Greek Monolingual
ἡμερόχειρος, -ον (Α)
ο εξημερωμένος («ἡμερόχειρον ὄφιν»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήμερος + -χειρός (< χειρ, η, «χέρι»), πρβλ. αυτό-χειρος, πρό-χει-ρος].