ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone
ἡμιχοῑνιξ, ἡ (Α)μισή χοίνιξ.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + χοίνιξ «μέτρο χωρητικότητας ξηρών προϊόντων»].