κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
-ον, Α(ως προσωνυμία της Ίσιδος) αυτή που έχει ρόδινο στέρνο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον + στέρνον (πρβλ. δασύ-στερνος, ευρύ-στερνος)].