Μὴ λοιδόρει γυναῖκα μηδὲ νουθέτει → Noli increpare neu monere mulierem → Schimpf' eine Frau nicht aus noch weise sie zurecht
και σῑρις, -ίριδος, ἡ, Αη ξυρίς, είδος υποδήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του ξυρίς, -ίδος].———————— ἡ, Αβλ. σίρις.