ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
ὁ, Μαυτός που έχει υγρή χαίτη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -χαίτης (< χαίτη), πρβλ. κυανο-χαίτης, χρυσο-χαίτης].