ἰσάγγελος

From LSJ
Revision as of 20:35, 2 October 2019 by Spiros (talk | contribs) (c1)

τοῖς οἰκείοις βουλεύμασιν ἁλίσκεσθαι → hoist by one's own petard, hoist with one's own petard, hoist on one's own petard, hoisted by one's own petard, be hoist with one's own petard

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσάγγελος Medium diacritics: ἰσάγγελος Low diacritics: ισάγγελος Capitals: ΙΣΑΓΓΕΛΟΣ
Transliteration A: isángelos Transliteration B: isangelos Transliteration C: isaggelos Beta Code: i)sa/ggelos

English (LSJ)

ον,

   A like an angel, Ev.Luc.20.36, Hierocl.in CA4p.425M.

German (Pape)

[Seite 1262] engelgleich, N. T. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσάγγελος: -ον, = ἴσος ἀγγέλοις, Εὐαγγ. κ. Λουκ. κ΄, 36· ἀγγελικός, Κλήμ. Ἀλ. σ. 120. - Ἐπίρρ. -λως, ἀγγελικῶς, Ἐκκλ.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
égal aux anges.
Étymologie: ἴσος, ἄγγελος.

English (Strong)

from ἴσος and ἄγγελος; like an angel, i.e. angelic: equal unto the angels.

Greek Monolingual

-ο (Α ἰσάγγελος, -ον)
ίσος, όμοιος με τους αγγέλους («ἰσάγγελοι γάρ εἰσι καὶ υἱοί εἰσι τοῡ Θεοῡ», ΚΔ).
επίρρ...
ἰσαγγέλως (Μ)
σαν άγγελος, ομοια με άγγελο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + ἄγγελος.

Greek Monotonic

ἰσάγγελος: -ον, όμοιος, ίσος με άγγελο, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

ἰσάγγελος: равный ангелам NT.

Middle Liddell

ἰσ-άγγελος, ον
like an angel, NTest.

Chinese

原文音譯:„s£ggeloj 衣士-昂給羅士

詞類次數:形容詞(1)

原文字根:相等-信息者

字義溯源:像天使,和天使一樣,天使的;由(ἴσος)=相似)與((ἄγγελος)=使者)組成;其中 (ἄγγελος)出自(ἀγγελία)X*=帶來消息)。主耶穌對撒都該人講說,復活的人,不娶不嫁。不能再死,乃是和天使一樣( 路20:35 ,36)

出現次數:總共(1);路(1)

譯字彙編

1) 和天使一樣(1) 路20:36