ἄμπελον κόπτοντες τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἐσέβαλλον καὶ λίθους — → cutting down the vines 'round the sanctuary, they threw in rocks as well
ἐπίχυσις ;; κανθάριον ;; δέπας ;; καυκίον ;; κελέβη ;; κύλιξ ;; ἄλεισον ;; βατιακή ;; ἔκπωμα ;; κισσύβιον ;; κόνδυ ;; κότυλος ;; κύπελλον ;; λαβρώνιον ;; λαβρώνιος ;; λέσβιον ;; ποτήρ ;; ποτήριον ;; ὄνος