ὑπομνηματιστής
From LSJ
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A commentator, τοῦ Ἱπποκράτους Steph.in Hp. 2.458 D. 2 = ὁ ὑπόμνημα λέγων, Hsch.
German (Pape)
[Seite 1226] ὁ, der eine Denkschrift od. Erklärung schreibt, Hesych. u. Eust. – In Alexandria eine obrigkeitliche Person, Strab. XVII.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπομνημᾰτιστής: -οῦ, ὁ, ἑρμηνευτής, σχολιαστής, Εὐστ. Πονημάτ. 61. 4, κλπ.
Greek Monolingual
ο / ὑπομνηματιστής, ΝΜΑ ὑπομνηματίζω, -ομαι]]
συντάκτης ερμηνευτικών σημειώσεων, σχολιαστής
μσν.-αρχ.
στενογράφος
αρχ.
1. αυτός που δηλώνει κάτι δημοσίως
2. (κατά τον Ησύχ.) «ὁ ὑπόμνημα λέγων».