ὑπομνηματιστής

From LSJ
Revision as of 16:55, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπομνημᾰτιστής Medium diacritics: ὑπομνηματιστής Low diacritics: υπομνηματιστής Capitals: ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΤΗΣ
Transliteration A: hypomnēmatistḗs Transliteration B: hypomnēmatistēs Transliteration C: ypomnimatistis Beta Code: u(pomnhmatisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A commentator, τοῦ Ἱπποκράτους Steph.in Hp. 2.458 D.    2 = ὁ ὑπόμνημα λέγων, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1226] ὁ, der eine Denkschrift od. Erklärung schreibt, Hesych. u. Eust. – In Alexandria eine obrigkeitliche Person, Strab. XVII.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπομνημᾰτιστής: -οῦ, ὁ, ἑρμηνευτής, σχολιαστής, Εὐστ. Πονημάτ. 61. 4, κλπ.

Greek Monolingual

ο / ὑπομνηματιστής, ΝΜΑ ὑπομνηματίζω, -ομαι]]
συντάκτης ερμηνευτικών σημειώσεων, σχολιαστής
μσν.-αρχ.
στενογράφος
αρχ.
1. αυτός που δηλώνει κάτι δημοσίως
2. (κατά τον Ησύχ.) «ὁ ὑπόμνημα λέγων».