ἕπτυσχλος
From LSJ
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
English (LSJ)
οξ,
A sandal laced with seven straps, Hermipp.67 (pl.), cf. ὕσχλος, ἐννήυσκλοι, πτύσχλοι.
German (Pape)
[Seite 1013] mit sieben Oefen, B. A. 16.