ποτισπαστήρ

From LSJ
Revision as of 13:50, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Μήποτε λάβῃς γυναῖκας εἰς συμβουλίαν → Consilia versas? Noli admittere mulierem → Zieh niemals Frauen zur Beratung mit hinzu

Menander, Monostichoi, 355
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποτισπαστήρ Medium diacritics: ποτισπαστήρ Low diacritics: ποτισπαστήρ Capitals: ΠΟΤΙΣΠΑΣΤΗΡ
Transliteration A: potispastḗr Transliteration B: potispastēr Transliteration C: potispastir Beta Code: potispasth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ, Dor. for προσ-,

   A thong which draws the bolt of a door, IG42(1).110.22, 24 (Epid., iv/iii B.C.).

Greek Monolingual

-ῆρος, ὁ, Α
(δωρ. τ.) δερμάτινο λουρί με το οποίο έλκεται ο σύρτης της πόρτας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτί, τ. ισοδύναμος του πρός + -σπαστήρ (< σπῶ «έλκω, σύρω» + επίθημα -τήρ), πρβλ. επι-σπαστήρ].