γραμματοδιδασκαλεῖον
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
τό, A = γραμματεῖον11, Plu.2.712a, al.
German (Pape)
[Seite 504] τό, die Schule, Plut. Symp. 7, 8, 3; Luc.
Greek (Liddell-Scott)
γραμμᾰτοδῐδασκαλεῖον: τό, = γραμματεῖον 4, Πλούτ. 2. 712Α.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
école enfantine.
Étymologie: γραμματοδιδάσκαλος.
Spanish (DGE)
-ου, τό
escuela elemental ὥστε γ. ἡμῖν γενέσθαι τὸ συμπόσιον Plu.2.712a, τὴν ... παιδικὴν ἡλικίαν παραλλάσσων ἐπέστη γραμματοδιδασκαλείῳ Plu.Alc.7, cf. 2.278e, SB 7268 (I/II d.C.).
Greek Monolingual
γραμματοδιδασκαλεῑον, το (Α)
σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως.
Russian (Dvoretsky)
γραμματοδιδασκαλεῖον: τό начальная школа Luc., Plut.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
γραμματοδιδασκαλεῖον -ου, τό γραμματοδιδάσκαλος (basis)school.