καλλικόμας

From LSJ
Revision as of 22:28, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καλλικόμας Medium diacritics: καλλικόμας Low diacritics: καλλικόμας Capitals: ΚΑΛΛΙΚΟΜΑΣ
Transliteration A: kallikómas Transliteration B: kallikomas Transliteration C: kallikomas Beta Code: kalliko/mas

English (LSJ)

ὁ, = sq.,    A πλόκαμος E.IA1080 (lyr.).

Greek (Liddell-Scott)

καλλικόμας: ὁ, καλλίτριχος, καλλικόμαν πλόκαμον Εὐρ. Ι. Α. 1080.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m. dor. c. καλλίκομος.

Greek Monolingual

καλλικόμας, ὁ (Α)
ο καλλίκομος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι)- + -κόμας (< κόμη), πρβλ. ηλιο-κόμας, στραβαλο-κόμας].

Greek Monotonic

καλλικόμας: ὁ, = το επόμ., σε Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καλλικόμας [καλός, κόμη] adj., met mooi haar.

Russian (Dvoretsky)

καλλῐκόμᾱς: adj. m дор. Eur. = καλλίκομος.

Middle Liddell

καλλι-κόμας, ου, = καλλίκομος, Eur.]