ἀλφιτοσκόπος

From LSJ
Revision as of 11:55, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → Silere quam clamare peregrinum decet → für Fremde ist zu schweigen besser als zu schrein

Menander, Monostichoi, 401
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτοσκόπος Medium diacritics: ἀλφιτοσκόπος Low diacritics: αλφιτοσκόπος Capitals: ΑΛΦΙΤΟΣΚΟΠΟΣ
Transliteration A: alphitoskópos Transliteration B: alphitoskopos Transliteration C: alfitoskopos Beta Code: a)lfitosko/pos

English (LSJ)

ὁ,    A = ἀλφιτόμαντις, Hsch. (-σκόπαι cod.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτοσκόπος: ὁ, = ἀλφιτόμαντις, Ἡσύχ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ adivino por medio de harina de cebada Hsch.

Greek Monolingual

ἀλφιτοσκόπος, ο (Α)
κατά τον Ησύχ. ο «ἀλφιτομάντις», αυτός που ασκεί τη μαντική τών αλφίτων, την αλευρομαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄλφιτον (-α) + -σκόπος < σκοπός.