ὑστεροβουλία

From LSJ
Revision as of 09:10, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

πάλιν δ' ὅ γε λάζετο μῦθον → he took back his speech, he retracted his speech, he altered his speech

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑστεροβουλία Medium diacritics: ὑστεροβουλία Low diacritics: υστεροβουλία Capitals: ΥΣΤΕΡΟΒΟΥΛΙΑ
Transliteration A: hysteroboulía Transliteration B: hysteroboulia Transliteration C: ysterovoulia Beta Code: u(sterobouli/a

English (LSJ)

ἡ,    A deliberation after the fact, LXXPr.24.71 (31.3).

Greek (Liddell-Scott)

ὑστεροβουλία: ἡ, ἡ μετὰ τὴν πρᾶξιν σκέψις, Ἑβδ. (Παροιμ. ΛΑ΄. 3), Γρηγ. Ναζ. τ. 1, σ, 861Β, Βασίλ. Μέγ. τ. 1, σ. 110C, κλπ. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ὑστεροβουλία· μετάνοια, μετάμελος, ἡ ἐσχάτη βουλή».

Greek Monolingual

η / ὑστεροβουλία, ΝΑ
νεοελλ.
σκέψη ή ενέργεια που κρύβει ιδιοτέλεια
αρχ.
1. σκέψη που γίνεται μετά την εκτέλεση μιας πράξης
2. (κατά τον Ησύχ.) «ὑστεροβουλία
μετάνοια, μετάμελος, ἡ ἐσχάτη βουλή».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕστερος + -βουλία (< -βουλος < βουλή), πρβλ. κακο-βουλία].